Κερκίνη, Λαϊλιάς

Μνήμη εαυτού



Δευτέρα 11 Ιουνίου 1984

Αφήνω πίσω μου τη φοιτητική απραξία. Αρκετά ταλαιπωρήθηκα με τις εξετάσεις. Θα προσφέρω στον εαυτό μου κάτι που τού αξίζει: μια βαθιά ξεκούραση, ακριβώς από εκείνο το είδος που γνωρίζω ότι μού χρειάζεται. Στο μεταξύ, με τον καιρό και χωρίς βιασύνη, δίνοντας λίγο-λίγο από τον ελεύθερο χρόνο μου, κατάφερα να κατασκευάσω μόνος μου γερές σχάρες και σακίδια για το ποδήλατό μου. Αν έχεις λίγο χρόνο, αρκετή υπομονή και μπόλικη διάθεση να μάθεις να κάνεις πράγματα που μέχρι χθες δεν γνώριζες, καθώς επίσης και λίγη εμπιστοσύνη στον εαυτό σου, όλα είναι δυνατά - αλωτά πόνω άπαντα, είπε ένας αρχαίος. Και όσο για την μπροστινή σχάρα που είναι και δύσκολη στην σύλληψη και την κατασκευή της, τροποποίησα μια ιδέα από μια εικόνα που είδα σε μια διαφήμιση σε ξένο περιοδικό. Και έτσι το ποδήλατό μου απέκτησε μια μπροστινή σχάρα, πρακτική και δυνατή, που πολλοί ειδικοί έχω την εντύπωση ότι θα τη ζήλευαν. Τη συναρμολόγησα ένα απόγευμα, γέμισα τα σακκίδια με βαριά πράγματα και βγήκα στους δρόμους για να τη δοκιμάσω - λειτουργεί θαυμάσια.

Από τη Θεσσαλονίκη λοιπόν ξεκινώ ένα πρωί, κατ΄ ευθείαν από το σπίτι. Πρέπει να υποστώ για μία ολόκληρη ώρα την έξοδο από το πολεοδομικό συγκρότημα. Εκεί στις βόρειες συνοικίες, χορταίνει η ύπαρξή μου καυσαέριο. Αλλά αρκετές φορές έχω περάσει από αυτό το δρόμο, ξέρω λοιπόν τι συμβαίνει εκεί, ξέρω τι έχω να συναντήσω. Στο δρόμο για Κιλκίς, ωραία είναι τα μέρη για να ποδηλατείς. Περνώ σε μικρή απόσταση από τις όχθες της Δοϊράνης. Απολαμβάνω την υπέροχη διαδρομή μέχρι τη Βυρώνεια.

Όλη η βόρεια Ελλάδα είναι κατάφυτη. Η φύση γιορτάζει. Το πράσινο αυτό πόσο με ξεκουράζει... Ένα βαθύτατο πράσινο, χρώμα γεμάτο νόημα, κάτι από τη μυστική γλώσσα της φύσης. Μακάριοι αυτοί που γνωρίζουν, που ξέρουν να αποκρυπτογραφούν, να διαβάζουν αυτά τα μηνύματα τα ανοιχτά για όλα τα μάτια. Συναντώ στη Βυρώνεια τον Θ. όπως είχαμε συνεννοηθεί. Και ακολουθεί στη συνέχεια μια επίσκεψή μας στην ανατολική περιοχή της Κερκίνης, όπου ο φίλος μου κάνει την διατριβή του για τα πουλιά. Ο χώρος αυτός μού δίνει μια εντύπωση ξέχωρη. Μόνο με ποδήλατο αισθάνομαι ότι θα μού επιτρεπόταν να κυκλοφορώ εδώ - και μακάρι αυτό να γινότανε νόμος για όλους. Φυσικά αυτό είναι μια υπερβολή - μεγάλη άραγε;... - αλλά σε τόσο ευαίσθητους χώρους θα έπρεπε οι άνθρωποι να έχουν και τις ανάλογες ευαισθησίες. Οι ντόπιοι είναι προνομιούχοι και θα έπρεπε να διακατέχονται από άλλες αντιλήψεις για τον τρόπο της ζωής τους. Ισχύει αυτό στην πράξη; - όχι βέβαια. Δυστυχώς καθόλου, όπως και ο Θ. θα με διαβεβαιώσει.

Τέτοιοι χώροι σαν την Κερκίνη, αν αναπτύσσονταν με ένα οικολογικό σκεπτικό, ένα σκεπτικό αειφόρου ανάπτυξης, θα έκαναν αυτή τη χώρα γνωστή και περιζήτητη για το φυσικό της πλούτο. Το ποδήλατο εδώ είναι το ιδανικό μέσο. Και είναι απολύτως εκπληκτικό το γεγονός ότι αυτός ο κόσμος που μένει εδώ συμπεριφέρεται με έναν τρόπο απόλυτα καταστροφικό για τον τόπο τον δικό του. Το αυτοκίνητο έχει τρομερή πέραση στα τραγικά θύματα της διαφήμισης που δεν ξέρει από ηθική, στους απροβλημάτιστους και προβληματικούς κατοίκους της ψωροκώσταινας, αυτής της μέγαιρας που επιβιώνει και αντιστέκεται πεισματικά στα μηνύματα των καιρών. Όλος ο τόπος οργώνεται με δρόμους για το καλό μιας ανάπτυξης που ισοπεδώνει τα πάντα και θυσιάζει τον τόπο και τον πολίτη στο βωμό της δικής της πολιτικής, για το καλό των εργολάβων και όλων των παρατρεχάμενων που δεν έχουν ποτέ τσέπες γεμάτες.

Στους ήσυχους επαρχιακούς δρόμους με προσπερνάει ξαφνικά κάποιος γκαζωμένος, γεμίζοντας τον κόσμο θόρυβο και βρώμα. Τα δίτροχα των φερέλπιδων νέων της υπαίθρου βγάζουν από την εξάτμισή τους τρομακτική βρωμιά, μια μπόχα που μπορεί να συγκριθεί με βιομηχανικό φουγάρο - όχι στο μέγεθος αλλά στη «ρυπαντική αξία». Μια τόση δα τρυπούλα είναι αυτές οι εξατμίσεις αλλά τι βγάζουν! Ένα σιχαμερό σύννεφο, ανοιχτόχρωμο από το άκαυστο μίγμα και τα καμμένα λάδια, γεμάτο αρωματικούς υδρογονάνθρακες και καθόλου... αρωματικό. Οι χρήστες συμπεριφέρονται στους (δίχρονους συνήθως) αρύθμιστους και ταλαιπωρημένους κινητήρες με τη μέγιστη δυνατή βαρβαρότητα. Αλλά γενικά ό,τι φοράει κινητήρα εσωτερικής καύσης και οδηγείται από τον έλληνα αγρότη (μόνο αυτόν;) είναι μια συσκευή εξαιρετικά ρυπογόνος. Αλλά τα μηχανοκίνητα δεν είναι παρά μια μονάχα όψη ενός προβλήματος, που απλώνει τα πλοκάμια του σε κάθε πτυχή της ζωής καταμεσίς σ΄ αυτό τον παρθένο κόσμο. Είναι φριχτό να σκεφτείς ότι η υποβάθμιση αυτού του χώρου δεν οφείλεται τόσο στους ξένους, όσο στους ίδιους τους ντόπιους. Μήπως τους μίλησε ποτέ κανείς; Κι αν τους μίλησαν κάποιοι για την αξία του τόπου τους (συνήθως διάφοροι από οργανισμούς που χρηματοδοτούνται αδρά είτε γραφειοκράτες με όψιμα οικολογικά ενδιαφέροντα), θα τούς ζήτησαν (με λόγια πάντα και ποτέ με έργα) μόνο τη δική τους θυσία, χωρίς να τους υποδείξει ποτέ κανείς προοπτικές στα πρακτικά προβλήματά τους και τις υπαρκτές καθημερινές ανάγκες τους. Οπότε και η αδιαφορία τους για το περιβάλλον - δηλαδή για την οικολογική βάση της τοπικής οικονομίας τους - καταντά η κακή συνέπεια. Το ψάρι από το κεφάλι βρωμάει και οι υπεύθυνοι γι΄ αυτό το κατάντημα ξέρουν να κρύβονται ακόμα κι όταν τους βλέπουν.

Στην Κερκίνη, τον σημαντικότερο από τους ελληνικούς υγροτόπους, όταν έρχεσαι δεν χρειάζεται να είσαι ούτε βοτανολόγος, ούτε παρατηρητής πουλιών. Όταν φύγεις, ίσως να θελήσεις να γίνεις λιγάκι από αυτά.

Καθώς ποδηλατείς γύρω από τη λίμνη και επειδή δεν κάνεις θόρυβο, συναντιέσαι κάθε λίγο και από μικρή απόσταση με πουλιά και ζώα. Είναι μια απόλαυση να οδηγείς μόνος στην ερημιά και μόλις βγαίνεις από τη στροφή από τη συστάδα των δέντρων, ένα σμάρι πουλιά να σηκώνονται μπροστά σου φωνάζοντας από την όχθη για να καθίσουν σε ένα κοντινό δέντρο ή λίγο πιο μέσα στο νερό σε κάποιο μισοβουλιαγμένο ξερόκλαδο. Τα ζώα δε φεύγουν συνήθως, επειδή το πιθανότερο θα είναι ήμερα. Άλογα, αγελάδες, γαϊδούρια, σκύλοι, πρόβατα, κατσίκες, βουβάλια να τσαλαβουτάνε στο νερό για δροσιά. Ήρθαν τα ήμερα και διώξανε τα άγρια, και μετά ήρθε το αγριότερο ζώο, ο άνθρωπος.

Πελαργοί φωλιάζουν στις κορυφές των στύλων και πρέπει να είναι από τα λίγα μέρη στην Ελλάδα όπου αυτά τα πουλιά ζουν ακόμα με μια τέτοια σχετική αφθονία. Σε τέτοιους χώρους, ο ποδηλάτης μπαίνει μέσα στον ένα παράδεισο μετά τον άλλον. Αυτοί οι παρθένοι χώροι απολαμβάνουν κάτι πολύ λιγότερο από το μερίδιο του τουρισμού που θα έπρεπε (θα μπορούσαν) να δικαιούνται - αλλά «απολαμβάνουν» περισσή ρύπανση, βρωμιά και εγκατάλειψη. Του τουρισμού όμως με μια άλλη έννοια - όχι με την λογική των αριθμών αλλά με την λογική της ποιότητας των πραγμάτων. (Σε ποιον να μιλήσεις για τον πόνο σου;) Για το βράδυ, έχω στήσει τη σκηνή μου δίπλα στο ανάχωμα του Στρυμώνα, κοντά στο σημείο όπου ξεκινά ο δρόμος για το Άγγιστρο. Σύννεφα από κουνούπια! Κλείνομαι στη σκηνή για να γλυτώσω από τα κουνούπια. Θεέ μου τι κουνούπια!

Σήμερα έκανα 157 χιλιόμετρα σε άσφαλτο και άλλα 36 σε χώμα, και μάλιστα εντελώς άνετα, χωρίς να πιέσω καθόλου τον εαυτό μου. Δε νομίζω ότι είχα ή έχω κανένα απολύτως πρόβλημα. Έχω μπροστά μου έναν ήσυχο ύπνο. Κάνω μια σύγκριση και σκέφτομαι τη διαφορά με το προηγούμενο βράδυ. Είναι αυτό μια πραγματική αντίθεση, τη μια νύχτα να κοιμάσαι μέσα στην πόλη της Θεσσαλονίκης και την επόμενη νύχτα να χαλαρώνεις μέσα στη σκηνή σου, στην έρημη και ήσυχη όχθη του Στρυμώνα.

Οι μόνοι ήχοι που σε φτάνουν είναι οι ήχοι του νερού. Τίποτε άλλο.

Τρίτη 12

Είναι η δεύτερη φορά που έρχομαι στον Λαϊλιά. Από την άλλη φορά δεν έχω συγκρατήσει πολλές αναμνήσεις. Ήταν τότε μια ημερήσια εκπαιδευτική εκδρομή με το πανεπιστήμιο, τόσο βιαστική που τίποτα δεν πρόλαβα τότε να δω. Σήμερα όμως αισθάνομαι τον εαυτό μου πολύ προνομιούχο. Ανεβαίνοντας σιγά-σιγά, περνώντας από τα μέρη του βουνού αθόρυβα, χωρίς καμμιά βιασύνη αφήνω το δάσος, αφήνω τον τόπο να μού δίνει χωρίς εμπόδιο τα μηνύματά του.

Έχει πολλή υγρασία και ψιλοβρέχει. Κάνει και κρύο εδώ ψηλά. Δεν υπάρχει κανένας άνθρωπος πουθενά. Δεν υπάρχει ψυχή. Αφουγκράζομαι μήπως και ακούσω κάποιον θόρυβο. Τίποτα... Το απόλυτο τίποτα θαρρείς. Ησυχία. Μια βαθειά ησυχία, μια βαθειά γαλήνη. Απόλυτη γαλήνη.

Το δάσος είναι τρομερό. Η ερημιά και η αγριάδα του τοπίου αυτού είναι για γερά νεύρα, για τους τολμηρούς. Βγαίνω στο πυκνό δάσος, στέκομαι ακίνητος. Παρατηρώ χωρίς σκέψη, παρατηρώ τον χώρο που με περιβάλλει. Το μόνο που μπορείς ν΄ ακούσεις, και με προσπάθεια για να συλλάβει το αυτί τους λεπτούς ήχους, είναι ο ιδρώτας του απέραντου δάσους, τα λεπτότατα ηχητικά σήματα του νερού που ακολουθεί τον αρχαίο αβίαστο και σίγουρο δρόμο.

Δεν έχω παρά να γείρω το κορμί μου στο φιλόξενο στρώμα με τις πευκοβελόνες, την αφράτη γη. Δε μένει παρά να περιμένω στο πρόσωπό μου τις φρέσκες σταγόνες.

Χαλαρός, ελεύθερος, ανακαλύπτεις απρόσμενο πλούτο. Το δάσος μπορεί να φαίνεται από πρώτη ματιά ακίνητο, αλλά δεν είναι καθόλου έτσι. Παρατηρείς, ανακαλύπτεις μια ασυγκράτητη κίνηση, έναν αέναο οργασμό, την άπιαστη δύναμη του κόσμου να κατακλύζει κάθε γωνίτσα.

Και η μόνη επιλογή σου είναι να συμμετέχεις.

Έχω καταφύγει κάτω από ένα υπόστεγο, σ΄ ένα ξύλινο δασικό σπιτάκι. Εδώ θα περάσω και το βράδυ, παρέα με τους λύκους οπωσδήποτε.

Απόλυτη ερημία. Οι θεόρατοι άσπροι κορμοί της δασικής πεύκης ορθώνονται σα γιγάντιες λαμπάδες, κάνοντας αντίθεση με το βαθύ πράσινο φύλλωμα. Εδώ υπάρχει η σιωπή, η απόλυτη σιωπή. Μια τόσο εύγλωττη σιωπή, θεέ μου... Το δάσος είναι τρομερό. Μακάριοι αυτοί που ξέρουν να διαβάζουν τη γλώσσα του.

Τετάρτη 13

Επιστρέφω. Ο καιρός είναι βροχερός και κάνει κρύο. Το ταξίδι αυτό, όσο μικρότατο κι ας ήταν, δεν ήταν μόνο ένα ευχάριστο διάλειμμα. Ήταν κάτι πιο βαθύ: μια αναζωογονητική εμπειρία. Μια μικρή αναγέννηση. Έχει πραγματικά μια εσωτερική μαγεία το ταξίδι. Μπορείς να ταξιδεύεις με ένα ποδήλατο χωρίς τίποτα να στερείσαι, κι όχι μόνο με τις ιδανικές συνθήκες αλλά με οποιεσδήποτε συνθήκες. Αλλά εδώ έρχεται η στιγμή μιας κρίσιμης αλλαγής. Έρχεται η μικρή στιγμή μιας μεγάλης προσπάθειας.

Εδώ τελειώνει αυτό που υπήρχε και στο εξής υπάρχει αυτό που αρχίζει - και αρχίζει μια σιωπή. Η σιωπή, το προσωπικό βίωμα. Πραγματικά, αν μού ζητούσαν να δώσω έναν ορισμό της σιωπής, αυτόν θα έδινα: σιωπή είναι το προσωπικό βίωμα. Όσοι γνωρίζουν, σιωπούν. Σιωπούν και γνωρίζουν. Μια καλή αφετηρία για το δρόμο που οδηγεί στο βίωμα είναι το μεγάλο ευτύχημα να βρίσκεσαι σε έναν αγνό, παρθένο φυσικό χώρο, ελεύθερος, βουτηγμένος μέσα στις δυνάμεις της ζωής.

Αυτό το καταπληκτικό κέρδος μένει από το ταξίδι σου. Κάνεις μια ειδική μάχη με τον εαυτό σου. Βρίσκεσαι στο ιδανικό πεδίο γι΄ αυτή τη μάχη, όταν συμβαίνει να βρίσκεσαι σ΄ εκείνη την απόλυτη μοναξιά, όταν δεν υπάρχει καμία δυνατότητα να κάνεις πίσω, να βρεις οποιοδήποτε υποκατάστατο της πραγματικότητας. Μιας πραγματικότητας που δεν διαμορφώνεις εσύ. Δεν σού ανήκει τίποτα, εσύ ανήκεις στη φύση. Το παρθένο δάσος υπάρχει και εσύ, τίποτ΄ άλλο. Είσαι μόνος και πρέπει να ζήσεις με μόνο σύντροφο τον εαυτό σου. Με ό,τι έχεις εκείνη τη στιγμή κι αυτό μόνο. Τίποτε άλλο.

Όσο νοιώθεις έστω και την παραμικρή ανασφάλεια στη φύση, ακόμα και μέσα σ΄ έναν χώρο τόσο αφιλόξενο όπως τον Λαϊλιά, αυτό σημαίνει ότι έχεις ακόμα κάτι να κάνεις με σένα. Ο άνθρωπος έχει ανάγκη να επιστρέφει κάποτε στον εαυτό του. Ο Λαϊλιάς θα μείνει μέσα μου ως ένα καίριο, σημαντικό προσωπικό βίωμα. Ένα προσωπικό σύμβολο. Μια πολύτιμη προσωπική μνήμη.

2 σχόλια:

Athanasius Tsoutseos είπε...

Το 1984 είναι τόσο κοντά και τόσο μακρυά ταυτόχρονα. Η Ελλάδα που συνάντησες υπάρχει και δεν υπάρχει. Αυτό το μπρος - πίσω που με πηγαίνει η αφήγησή σου είναι συναρπαστικό.

iason είπε...

Αγαπητέ διαδικτυακέ φίλε, με αυτό που έγραψες μου έδωσε τη χαρά να καταλάβω ότι κάποιος άλλος επίσης κατάλαβε αυτό το παιχνίδι. Είναι παιχνίδι στο χώρο και τον χρόνο, ταυτόχρονα. Μια παλινδρόμηση μεταξύ τόπου-ουτοπίας και παρελθόντος-παρόντος. Αυτός είναι ο λόγος που συνήθως όταν περιγράφω ένα ταξίδι έχω την τάση να πηγαινοέρχομαι μια στον αόριστο και μια στον ενεστώτα... τι να κάνουμε η ανθρώπινη γλώσσα έχει τους περιορισμούς της... :-/