Πελοπόννησος - Ιούλης του ΄85
Το ταξίδι της συντροφιάς
Ο φίλος ο Μ. δεν έχει ποτέ του ταξιδέψει με ποδήλατο. Καιρός να το κάνει! Αγόρασε πρόσφατα ένα ποδήλατο, με το οποίο αρχίσαμε από καιρό να αθλούμαστε μαζί. Αυτό ήταν μια καλή απασχόληση, ανάμεσα στα άλλα της κοινής μας σε κάποιον βαθμό φοιτητικής ζωής. Το εξοπλίσαμε με σχάρες και σάκκους. Και καλά φρένα, καθώς ο Μιχάλης τα έχει τα κιλάκια του. Έτσι κι αλλιώς βεβαίως είναι απαραίτητο να έχεις καλά φρένα. Πρόκειται για μια αναγκαία συνθήκη ασφάλειας. Αποκτά το ζήτημα των φρένων ειδική σημασία για τη διαδρομή που πρόκειται να κάνουμε. Όταν κατεβαίνεις τις ελλαδίτικες κακοτοπιές με το ποδήλατο φορτωμένο, η κατάσταση δεν σηκώνει αστεία: όταν φρενάρεις πρέπει και να σταματάς!
Δευτέρα 8 Ιουλίου 1985
Εθνική οδός για Αθήνα και Ιούλιος μήνας, ένα πράγμα σημαίνει: κόλαση. Σήμερα θα φτάσω μέχρι το Μώλο. Θα περάσω το βράδυ κοντά στο χωριό. Αυτή είναι η τελευταία φορά που κάνω το λάθος καλοκαίρι καιρό να μην στήσω από την αρχή τη σκηνή μου. Ένας είναι ο λόγος: μισώ τα κουνούπια. Παρόλο που αυτά με αγαπάνε πάρα πολύ, με θεωρούν πολύ νόστιμο.
Τρίτη 9
Πρωί-πρωί μόλις ξεκινώ, μού τυχαίνουν δυο απανωτά λάστιχα (στην πίσω ρόδα που είναι και η δύσκολη περίπτωση) και αχρηστεύονται οι δυο από τις τρεις ρεζέρβες σαμπρέλλες που έχω μαζί μου. Εκπληκτικές συμπτώσεις που έχει η ζωή! Φυσικά δεν πτοούμαι. Μέσα στο Μώλο θα βρω ένα ταλαίπωρο ποδηλατάδικο και θα προμηθευτώ δυο επίσης ταλαίπωρες σαμπρέλλες, δυο φτηνότατα κατασκευάσματα από τον καιρό του Νώε για την κιβωτό μου, για προσωρινή αντικατάσταση των άλλων μέχρι να βρω καλύτερες. Πραγματικά, αυτές τις σαμπρέλλες πρέπει να είχε το ποδήλατο του Νώε.
Σήμερα αρκετά πριν νυχτώσει έφτασα στην Αθήνα. Η μέρα αυτή θα μείνει αξέχαστη για δυο λόγους, πρώτο γιατί έκανα τα περισσότερα χιλιόμετρα που έχω κάνει σε μια μέρα φορτωμένος (δηλαδή 200) και δεύτερο γιατί τα έκανα αυτά χωρίς κανένα πρόβλημα. Το βράδυ δεν ένοιωθα κουρασμένος. Αλλά υπάρχει και τρίτος λόγος: αναθεωρώ την άποψή που είχα μέχρι σήμερα για την αντοχή του νευρικού μου συστήματος! Τα βιβλία λένε ότι το νευρικό σύστημα είναι αυτό που καταπονείται πρώτο, πριν από το μυϊκό σύστημα. Ήμουν το βράδυ ωστόσο και ψυχικά μια χαρά, σώος και αβλαβής, παρόλο που ήταν αυτή η μέρα μια ολοκληρωτική και αποτρόπαιη δοκιμασία, σωματική, ψυχολογική, νευρική. Ο δρόμος ήταν μια καρμανιόλα, με συνεχή θόρυβο και κίνδυνο, έπρεπε να είμαι σε διαρκή εγρήγορση και ετοιμότητα. Διότι ήθελα να φτάσω ζωντανός. (Βρισκόμαστε στο έτος 1985 και στην εθνική οδό Αθηνών-Θεσσαλονίκης.) Ασταμάτητα περνάνε οι νταλίκες σε απόσταση επαφής από τον αγκώνα σου με 80 χιλιόμετρα την ώρα το λιγότερο.
Παρασκευή 12
Ξεκινάμε με τον Μ. πανέτοιμοι. Παράδοξο ίσως, αλλά απολαμβάνω να κυκλοφορώ στην Αθήνα με ποδήλατο. Έχω παρατηρήσει ότι οι οδηγοί με σέβονται στο δρόμο. Σε άλλη πόλη δεν αισθάνομαι πάνω στο ποδήλατό μου τόσο ασφαλής, σού δίνουν χώρο και δεν σε κορνάρουν. Κάποτε ένας Άγγλος φίλος, ταξιδεμένος με ποδήλατο σε πολλές χώρες του κόσμου, μού έλεγε το ίδιο πράγμα γι΄ αυτή την πόλη, χωρίς να παραλείψει να πει για το Λονδίνο ότι εκεί σε χτυπούν εν ψυχρώ και σε παρατάνε στη μέση του δρόμου σα σκυλί.
Στην έξοδο στα δυτικά προάστια είναι τέτοια η ατμοσφαιρική ρύπανση που τα μάτια και η μύτη τρέχουν και τσούζουν! Αυτό είναι το μεγάλο μειονέκτημα, όχι του να κυκλοφορείς με ποδήλατο σ΄ αυτή την πολη αλλά του να ζεις σε αυτή! Εκπληκτικό, η ρύπανση είναι το κάτι άλλο...
Πριν τον Ισθμό συναντάμε έναν ποδηλάτη Βραζιλιάνο! Μικρός ο κόσμος, πράγματι. Το βράδυ φτάνουμε στη Συκιά, λίγο πριν το Ξυλόκαστρο. Η σημερινή μας μέρα είχε κυκλοφορία και θόρυβο, δεν είχε πολύ ενδιαφέρον. Όμως και οι δυο μας πάμε καλά. Το ταξίδι προδιαγράφεται ευχάριστο.
Σάββατο 13
Από την παλιά εθνική οδό πάντα, φτάνουμε στον Ψαθόπυργο. Αυτός ο δρόμος, από την Κόρινθο μέχρι την Πάτρα, είναι από τις γραφικότερες διαδρομές της Ελλάδας και ειδικά της Πελοποννήσου. Περνάς μέσα από χωριά, χωρίς πολλή κίνηση και μέσα σε ένα κατάφυτο περιβάλλον. Περνάς μέσα από αυλές, σπίτια, νιώθεις λες και είσαι στη γειτονιά σου, πορτοκαλιές και λεμονιές, και έχεις στα δεξιά σου μια υπέροχη θάλασσα να σκάει στην ακτή. Έχεις την επιθυμία σε κάθε παραλιούλα να σταματήσεις για να την απολαύσεις.
Κατασκηνώσαμε κάτω από ένα αρχαιότατο ελαιόδεντρο. Δίπλα μας η θάλασσα είναι υπέροχη, είναι να την πιεις στο ποτήρι.
Κυριακή 14
Ο δρόμος από Πάτρα μέχρι Πύργο είναι τεράστιος και ανιαρός. Η σημερινή διαδρομή διαφέρει σημαντικά από τη χθεσινή. Περνάμε τη δοκιμασία της ζέστης σήμερα.
Κατασκηνώνουμε στον Άγιο Ηλία, ανάμεσα στις θίνες. Δεν έχω διάθεση για μπάνιο, έχει αρκετό κόσμο και φασαρία. Ο Μ. το κάνει. Βγαίνει μέσα από το πέλαγος, μπροστά από τον μεγάλο κόκκινο δίσκο του ήλιου που δύει.
Δευτέρα 15
Τα αυτοκίνητα εδώ κάτω λιγοστεύουν. Ο χώρος ησυχάζει. Κι αυτό είναι υπέροχο. Ο ήλιος χτυπά, και ο Μ. θα χρειαστεί την βοήθεια ενός αντιηλιακού.
Το σήμα κατατεθέν της Δυτικής Πελοποννήσου είναι οι μεγάλες παραλίες. Απέραντες, χιλιόμετρα άμμου ανοιγμένα στη θάλασσα. Ποτέ δεν ήμουν φανατικός λάτρης της θάλασσας, προτιμώ τη φύση στο σύνολό της. Ποτέ δεν ήμουν φανατικός λάτρης του μεγάλου, προτιμώ τους ισορροπημένους χώρους. Η Πελοπόννησος στο σύνολό της είναι ένας τέτοιος χώρος. Δεν είναι μόνο το φυσικό περιβάλλον, είναι η ιστορία, είναι ο πολιτισμός, όλα μαζί, δεν ταξιδεύεις περισσότερο από λίγες ώρες με το ποδήλατό σου, μέχρι να βρεθείς στον επόμενο αρχαιολογικό χώρο ή άλλο σημαντικό αξιοθέατο.
Για το βράδυ έχουμε στήσει τη σκηνή μας σε έναν ελαιώνα κοντά στα Φιλιατρά, αφού περιμένουμε ώσπου να βαρεθεί και να κλείσει το στόμα του ο διπλανός σκύλος, για να ησυχάσουν τα αυτιά μας επιτέλους.
Τρίτη 16
Η Πύλος είναι μια ήσυχη κωμόπολη, με μια γραφική παραλία και ιδανική για τα μικροψώνια σου. Στον δρόμο για τη Μεθώνη παρατηρώ έναν ιστό από την αράχνη Araneus diadematus με τεράστιο πλάτος, ίσα με τρία μέτρα και περισσότερο.
Ο Μιχάλης έχει ξαναδεί το κάστρο της Μεθώνης, εγώ όχι. Επειδή περισσότερο φοβάται για τα ποδήλατά μας (κλέψιμο το λέμε εμείς, δεν ξέρω πώς το λένε εδώ), μένει αυτός σε ένα καφενεδάκι μαζί τους κι εγώ επισκέπτομαι με την άνεσή μου το χώρο του κάστρου.
Πριν μπω μέσα, παρατηρώ από απόσταση το κάστρο, σα να προσπαθώ να μπω στη θέση του πορθητή. Φροντίζω και διαβάζω κάτι για τους αρχαιολογικούς χώρους και γενικά παίρνω πληροφορίες για όλα τα χαρακτηριστικά αξιοθέατα και τα σημεία ενδιαφέροντος που θα βρω στο δρόμο μου πριν τα επισκεφτώ. Όσο περισσότερα γνωρίζεις πριν δεις με τα μάτια σου κάτι, όταν βρεθείς στον τόπο εκείνο τόσο περισσότερα έχεις να καταλάβεις. Αυτό είναι κάτι που έχω διαπιστώσει ότι ο Έλληνας κατά κανόνα δεν το κάνει. Το πολύ-πολύ να μπει στον κόπο να θυμηθεί κάτι από εκείνα που άκουσε στην αξιοθρήνητη σχολική τάξη, αλλά αυτά είναι λιγοστά (και σα να μην έφτανε αυτό είναι και παραποιημένα από όλα τα ιδεολογικά στοιχεία που έχουν παρεισφρύσει στην εκπαίδευση).
Πριν ακόμα περάσεις την πύλη αρχίζεις να θυμάσαι. Με-θώ-νη: τι ήχος! από το στόμα στα αυτιά σου τρεις φθόγγοι από τα βάθη των αιώνων - λέξη πανάρχαια, μυθική, κόρη του Οινέα. Για τα πολλά της αμπέλια ο Αγαμέμνονας την υποσχόταν στον Αχιλλέα. Τα πολλά αμπέλια σήμαιναν πολύ κρασί, το πολύ κρασί σήμαινε καλοπέραση, να λοιπόν ένας ακόμα παραδεισένιος τόπος για τους αρχαίους ημών προγόνους. Ανέκαθεν το κρασί ήταν η παρηγοριά της ανθρώπινης μοίρας. Κυνική η ανθρώπινη ιστορία: η πρώτη τεχνολογία που ανέπτυξε ο άνθρωπος ήταν η οινοποιΐα, η τεχνολογία της φυγής. Αυτοί που το ήξεραν αυτό καλά δεν έπιναν τόσο πολύ οι ίδιοι, ήθελαν όμως να έχουν δικό τους έναν τόπο που βγάζει πολύ και καλό κρασί για να το πίνουν οι υπήκοοι για να εξουσιάζονται καλύτερα. Η ανθρώπινη ιστορία είναι η ιστορία της εκμετάλλευσης του ανθρώπου από άνθρωπο, της βίας, της αρπαγής, του πολέμου.
Από παλιά λοιπόν η Μεθώνη αποτελούσε μήλο της έριδος. Βρίσκεται σε σημείο στρατηγικό, στο απώτατο νοτιοδυτικό άκρο της Πελοποννησιακής γης και αυτή η κακή της τύχη έμελλε να την συνοδεύει πάντα. Η ιστορία αυτής της κωμόπολης ταυτίζεται μπορείς να πεις με την ιστορία αυτού του κάστρου. Αν θέλεις να δεις το παρόν ενός τόπου που επισκέπτεσαι, κοίτα και την ιστορία του λίγο. Από πολύ νωρίς μαρτυρείται οχυρωμένη. Με τη λήξη του δεύτερου μεσσηνιακού πολέμου, οι Μεθωναίοι φυγαδεύονται στην Ιταλία και στη θέση τους οι Σπαρτιάτες εγκαθιστούν Ναυπλιείς. Το 431 την πολιορκούν οι Αθηναίοι και σύμμαχοι, αποτυγχάνουν όμως να την πάρουν χάρη στην επέμβαση του Βρασίδα. Το 369 την «ελευθερώνει» ο Επαμεινώνδας (τα εισαγωγικά απαραίτητα). Το 31 την πολιορκεί και την κυριεύει ο Αγρίπας. Στη ρωμαϊκή εποχή αναπτύσσεται εμπορικά μέχρι που κόβει και δικά της νομίσματα - προνόμια που έδινε η Ρώμη στις πόλεις που ήταν στον αυτοκρατορικό δρόμο των αγαθών που εισέρρεαν από την ανατολή και το νότο. Βυζάντιο: μνημονεύεται μαζί με την Πάτρα ως σημαντική πόλη του Μωριά. Φραγκοκρατία: ο Γοδεφρείδος Βιλλεαρδουίνος ορμώμενος από τη Μεθώνη υποτάσσει το Μωριά. Το 1209 με τη συμφωνία της Σαπιέντζας παραχωρείται στους Ενετούς, που τη θέλουν προφυλακή τους για την Κρήτη. Φτάνει... Η Σαπιέντζα, ένα απόκρημνο ερημονήσι μπροστά στον όρμο της Μεθώνης, έχει παραχωρηθεί στην ελληνική αεροπορία για πεδίο βολής των αεροπλάνων. Ούτε και σήμερα μπορεί να ησυχάσει.
Σ΄ όλο το μεσαίωνα αποτελεί ναυτικό σταθμό μεταξύ ανατολής και δύσης. Το διαμετακομιστικό εμπόριο φέρνει σε επαφή και επιμιξία όλους τους λαούς της Μεσογείου. Δημιουργείται ένα άκρως ιδιότυπο κοινωνικό-κοσμοπολιτικό καθεστώς, μάλιστα βρέθηκε λέει στα αρχεία της Βενετίας κείμενο συνθήκης από τη Μεθώνη του 1417 μεταξύ Βενετών και Φράγκων γραμμένο στα ελληνικά (δυο γάιδαροι μαλώνανε σε ξένο αχυρώνα - κι ας ήταν μόνο δυο...). Σε κάτι τέτοια μέρη θα πρέπει να γεννήθηκαν τα φραγκολεβαντίνικα. Στο μεταξύ βέβαια ο τόπος είναι μόνιμος στόχος των Σαρακηνών και Αράβων και όλων των υπόλοιπων πειρατών, που την τιμούν με τις συχνές επισκέψεις τους.
Τα κάστρα είναι χώροι δυνατοί. Αποκαλύπτουν τα τρομερά ένστικτα του ανθρώπινου πλάσματος, της επιθετικότητας και της αυτοσυντήρησης, στην πιο κραυγαλέα και βίαιη εκδοχή τους. Αναστατώνεσαι, παρατηρείς τον κόσμο της πέτρας και οσφραίνεσαι την ανθρώπινη ιστορία, το ανθρώπινο κρέας, την ανθρώπινη μοίρα. Και θυμάσαι εκείνη την τρομερή ρήση που λέει ότι δυο είναι τα πολύτιμα μέταλλα του κόσμου και μάλιστα με την ίδια αξία: το χρυσάφι και το μολύβι.
Το 1293 οι Βενετοί ενισχύουν σημαντικά το φρούριο, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, με αφορμή τον ανταγωνισμό τους με τους Γενοβέζους. 9 Αυγούστου του 1500: μετά από λυσσαλέα πολιορκία 100.000 Τούρκων με 500 κανόνια (φαντάσου πόσο πολύτιμο μολύβι ξοδεύτηκε) πέφτει στα χέρια του Βαγιαζήτ. Αυτός διατάζει να στηθούν δυο πύργοι με τα κεφάλια των αρσενικών άνω των δέκα χρόνων. (Θεέ φαντασία που έδωσες στο Homo sapiens!) Τα γυναικόπαιδα πουλιούνται σκλάβοι (το χρυσάφι που αποκτήθηκε ήταν περισσότερο;). Στα μέσα του ίδιου αιώνα πέφτει στα χέρια των Ιπποτών της Μάλτας. (Αυτοί μήπως φέρθηκαν πιο ιπποτικά;) 1686: Ο Φραγκίσκος Μοροζίνι, απόγονος του ιταλοποιημένου Εβραίου Ντομένικο Μοροζίν (που τού είχαν κολλήσει το παρατσούκλι «terror graecorum», τρόμος των Ελλήνων) ένα περίπου χρόνο πριν τη μέρα που βομβάρδισε και λεηλάτησε τον Παρθενώνα μοσχοπουλώντας στη δύση ό,τι πρόλαβε, την εκπορθεί και πάλι για λογαριασμό των Ενετών. Και πάμε στις 16 Αυγούστου του 1715: την ξαναπαίρνουν οι Τούρκοι. 1767: από τη Μεθώνη αναχωρούν λέει οι πρώτοι Έλληνες μετανάστες της Αμερικής. (Τους φουκαράδες! Μάλλον άργησαν.) 1770: από τις 29 Απρίλη μέχρι τις 17 του Μάη, στα Ορλωφικά, πολιορκείται σκληρά από Έλληνες, Ρώσους και άλλους αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Μετά το τέλος της πολιορκίας οι Τούρκοι πυρπολούν την πόλη (βγάλανε το άχτι τους οι καημένοι). 1821: με την έναρξη της Επανάστασης, για πέντε ολόκληρους μήνες αντιστέκεται πεισματικά στην πολιορκία Ελλήνων. Ασύντακτοι και άπειροι στρατιωτικά οι δεύτεροι, εξαναγκάζουν όμως τους υπερασπιστές σε εφιαλτικές μέρες λόγω έλλειψης εφοδίων. (Φρίκη! Πρέπει να οσφρανθείς αυτόν τον χώρο για να καταλάβεις τι σημαίνει αυτό.) Φεβρουάριος του 1825: αποβιβάζεται ο Ιμπραήμ με 5.000 Αιγύπτιους και 400 καβαλλάρηδες και την κάνει ορμητήριό του για την επέλασή του στην Πελοπόννησο. Στις 30 Απρίλη ο Μιαούλης πυρπολεί 28 από τα πλοία του, αγκυροβολημένα στον όρμο (ώστε καίγεται και η θάλασσα). Αύγουστος του 1828: από τη στρατιά του Μαιζόν απελευθερώνεται, ανοικοδομείται, εποικίζεται από λαούς και φυλές. Στην Κατοχή, οχυρώνεται από τους Ιταλούς για επικείμενη απόβαση των Συμμάχων. Δεκέμβρης του ΄41: οι Άγγλοι καταστρέφουν ιταλικό πλοίο με 3000 αιχμαλώτους, Άγγλους, Αυστραλούς, Νεοζηλανδούς και Μαύρους. («Ποιος ρωτάει τους αιχμαλώτους;») Οι Γερμανοί κατασκευάζουν μεγάλο σταθμό ασυρμάτου για της επικοινωνίες στη Μεσόγειο που καταστρέφεται το καλοκαίρι του ΄44 από αγγλική αεροπορική επιδρομή.
Βρε παιδί μου τι ιστορία...
Περιπλανιέσαι στους λαβύρινθους των προμαχώνων, σύγχρονος πορθητής λες που πασχίζει να κατακτήσει τα μυστικά του ανθρώπινου χρόνου. Οι σκοτεινές υπόγειες στοές διαδέχονται τοίχους από λιοψημένους πωρόλιθους που ορθώνονται ίσα ψηλά για να εφοδιάσουν τα έγκατα με κάθετες δέσμες από κυρίαρχο μεσογειακό φως. Βασίλειο της πέτρας, πέτρας που χτίστηκε για να ξεκόψει τον μέσα κόσμο από τον έξω. Της αιώνιας πέτρας, εκείνης που λίγες εκατοντάδες χιλιόμετρα από δω ξέκοβε τους μυκηναίους δυνάστες από το λαό με ανάλογο τρόπο. Έναν κόσμο οριοθετημένο από καινούργια κυκλώπεια τείχη, ασάλευτους ογκόλιθους, σιωπηλούς και διαχρονικούς μάρτυρες των αμέτρητων ζωών που είδαν να χάνονται και της καμμιάς ίσως που δεν είδαν να γεννιέται. Αλλά να! σε μια σχισμάδα του χώρου και του χρόνου, μια νέα ύπαρξη φυτοζωεί με το ελάχιστο χώμα και τον άπλετο ήλιο. Ένα άσπρο λουλούδι, ένα λουλούδι παράξενο που ποτέ μου δεν έχω ξαναδεί. Θα είναι κάποιο ενδημικό είδος. Τέτοιοι χαρακτηριστικοί χώροι με ιδιαίτερο κλίμα έχουν ενδημικά είδη. Αυτή η ευλογημένη χώρα είναι ένας μεσογειακός τόπος, ο γεωγραφικός χώρος είναι κατατμημένος σε πολλές γωνιές με ιδιαίτερο περιβάλλον κι αυτό διαφοροποιεί τα είδη. Προσπαθώ να βρω την κατάλληλη γωνία για να το φωτογραφήσω και δεν προσέχω την παρέα που με παρακολουθεί. Παραμερίζω για να περάσουν από τη στενή δίοδο, αυτοί όμως δεν περνούν. Τα γερμανικά μου με βοηθούν. «Περιμένουμε να φωτογραφίσετε». Παίρνω μια εικόνα βιαστικά και σηκώνομαι. Όμως κόβει αυτή το λουλούδι και το δίνει στον αγαπημένο της! Όταν ρωτώ γιατί το έκοψε, μού απαντά με μια ερώτηση, με την πιο φυσική και ευγενική απορία του κόσμου: «μάς συγχωρείτε! είναι η περιοχή δική Σας;». Αχχ... σε τι γλώσσα να συνεννοηθείς με βάρβαρους;
Ταξιδεύοντας στην ιστορία, ταξιδεύεις στο χρόνο. Οι επάλξεις αποπνέουν μια ζέστη από τον ήλιο που έχει επιτελέσει και σήμερα στο ακέραιο το σημερινό του καθήκον. Στο βάθος θα αρχίσει η ιεροτελεστία του σούρουπου. Στιγμή τη στιγμή βυθίζεται ο δίσκος στο υγρό χάος. Κάπως έτσι θα κιαλάριζαν την απεραντωσύνη σε άλλους αιώνες οι εκάστοτε θαμώνες του κάστρου, με αγωνία μήπως διακρίνουν τα πανιά των καινούργιων επίδοξων κατακτητών. Έχοντας ευνοηθεί προσωρινά από τη μοίρα του κατακτητή, ώφειλαν να ξέρουν πως μια μέρα θα δοκίμαζαν κι αυτοί με τη σειρά τους και τη μοίρα του κατακτημένου. «Vae victis» έλεγαν οι Ρωμαίοι - ουαί τοις ηττημένοις. Προσπαθούσαν να ξεχάσουν πως τα νεκροταφεία είναι και για τους νικητές.
Αμείλικτος που είναι ο χρόνος, το παιχνίδι της μοίρας δεν έχει αλλάξει. Συνεχίζεται και σήμερα. Οι πορθητές μόνο είναι αυτοί που έχουν αλλάξει. Προσάρμοσαν τις μεθόδους τους στις απαιτήσεις των καιρών. Όλων των φυλών και φύλων, όπως παλιά. Κάθε καρυδιάς καρύδι. Οι ορδές τους τώρα καταφθάνουν από τη στεριά, με πιο ασφαλείς μεθόδους, από την αντίθετη κατεύθυνση, από τα βορειοανατολικά. Χωρίς καν μάχη και απώλειες, περνούν ανενόχλητοι από την κεντρική πύλη και χωρίς εισιτήριο - μήπως αυτό και στο μέλλον αν συμβεί άραγε κάποτε πρόκειται να τους σταματήσει; Αγουροξυπνημένοι, φρεσκαρισμένοι, αρωματισμένοι κατ΄ ευθείαν από το δωμάτιο του πολυτελούς ξενοδοχείου, διασχίζουν τον προμαχώνα Bembo ή Loredan - όποιον από τους δυο προτιμούν πρώτο. Και αφού κατοπτεύσουν όλα τα μονοπατάκια και τις γωνιές τις γλειμμένες από τις πατούσες των προηγούμενων κατακτητών, απολαύσουν ίσως και μια (ιδιάζουσα και ενδιαφέρουσα λόγω της ιδιαιτερότητας του χώρου) αφόδευση σε ένα ανεπανάληπτο μεσαιωνικό σκηνικό (συνήθεια που δεν κατορθώνει να διαφύγει από μια στοιχειωδώς ευαίσθητη μύτη) είναι σίγουρο στη συνέχεια ότι θα φτάσουν μέχρι το τέρμα κάτω, μέχρι το Μπούρτζι, τον τουρκικό οκταγωνικό πύργο. Οι πολεμικές τους ιαχές είναι επίσης διαφορετικές, από ένα ηρεμότατο «μάς συγχωρείτε! είναι η περιοχή δική Σας;» μέχρι εκείνο το τρομακτικό ξελαρύγγιασμα που συχνά ακούει κανείς σε δημόσιους χώρους σ΄ αυτή τη χώρα «Γιωργάκη πρόσεχε θα πέσεις και θα σε σπάσω στο ξύλο!» Δε φτάνει που έπεσε ο μικρός, πρέπει να φάει και ξύλο. Όσο για τα όπλα τους, είναι κι αυτά σύγχρονα. Κρεμασμένα στο λαιμό τους προτάσσουν όλα τα τελευταία επιτεύγματα της τεχνολογίας στα 35 μιλιμέτρ, με φακούς όλων των διαμετρημάτων. Τραβούν τη φωτογραφία και φεύγουν, χωρίς να χαρίσουν ούτε για ένα λεπτό της ώρας τα μάτια τους σε αυτό που φωτογράφισαν, βιαστικοί να καταναλώσουν το επόμενο.
Τα χρώματα μετατοπίζονται στα μεγάλα μήκη κύματος, κίτρινα, πορτοκαλιά κόκκινα. Μια δυνατή μπουκαδούρα κάνει το δέρμα μου να ανατριχιάζει. Ο Παυσανίας ήδη στα «Μεσσηνιακά» του λέει ότι ο ένας από τους δυο ναούς στην πόλη ήταν της Ανεμώτιδος Αθηνάς. Προλαβαίνω να φουσκώσω τα στήθη μου με τη φρεσκάδα αυτού του πελάγους. Η τύχη της Μεθώνης φαίνεται ότι θα την συνοδεύει πάντα. Έρχεται το σκοτάδι και θα κρύψει κάθε έπαλξη, κάθε προμαχώνα, κάθε αρχαίο πωρόλιθο, κάθε λουλουδάκι που τυχόν φυτοζωεί ακόμα εκεί μέσα σε κάποια σχισμάδα. Ως κι εκείνο που δεν πρόλαβα να φωτογραφήσω, ποιος ξέρει σε ποιο κάλαθο αχρήστων. Τα ανθρώπινα στίφη εισρέουν χωρίς καμμιά τάξη, χωρίς καμμιά προοπτική, χωρίς καμμιά «τουριστική πολιτική», χωρίς καμμιά λογική. Ο τόπος αυτός - ας ήταν ο μόνος - υποφέρει, παραπαίοντας ανάμεσα στο παρελθόν του και το μέλλον του. Αλλά ποιος ρωτάει τους αιχμαλώτους;
Πάμε, να ξεφύγουμε από τους κατακτητές, Μιχάλη! Αποφασίζουμε να φτάσουμε για βράδυ στον Φοινικούντα και φτάνουμε εκεί λίγο αργά και με κάποια κούραση, γιατί ο χάρτης συνέβη να έχει τα χιλιόμετρα λιγότερα από λάθος. Μια από τις λίγες περιπτώσεις που ο χάρτης μου κάνει λάθος.
Τετάρτη 17
Τι θαύμα να ξυπνάς στην έρημη απέραντη παραλία του Φοινικούντα! Η χρυσή άμμος παίρνει και δίνει χρώμα στο πρώτο φως του ήλιου.
Στο λεπτό φλοίσβο, στην άκρη του νερού βρέχω το πρόσωπό μου με θάλασσα, νιώθω την υπέροχη αρμύρα να μού χαιδεύει τα μάγουλα. Δεν μπορώ να μην καρφώσω το βλέμμα στο βάθος αυτού του πελάγους, να θυμηθώ αυτή τη θάλασσα του ποιητή, του Νίκου Καββαδία. Λόγια διατρέχουν τη ραχοκοκκαλιά μου:
Θα μεταλάβω με νερό θαλασσινό
στάλα τη στάλα συναγμένο απ΄ το κορμί σου
σε τάσι αρχαίο μπακιρένιο αλγερινό
που κοινωνούσαν πειρατές πριν πολεμήσουν.
Όχι, όχι, αυτό το πήδημα στο χρόνο δεν είναι δυνατό να το αποφύγω! Βρέθηκα στο ίδιο μέρος το 1992 και ο τόπος είχε τόσο αλλάξει, που ρώτησα για να βεβαιωθώ αν βρίσκομαι πράγματι στον «Φοινικούντα»! Πόσο εύχομαι ακόμα να μού είπαν ψέμματα! Γύρω μου υπήρχε ένα τσιμεντένιο χωριό! Τσιμεντένιες παράγκες - προς τέρψιν όλων των ιδανικών κι ανάξιων εραστών των μακρυσμένων ταξιδιών και των γαλάζιων πόντων.
Αυτή η μέρα, η Τετάρτη 17 Ιουλίου 1985, πρόκειται να μείνει στη μνήμη μου σαν ένα ορόσημο της καταστροφής αυτής της χώρας από τον άναρχο τουρισμό.
Τότε που ταξίδευα, με ενδιέφερε να ζω τις στιγμές του ταξιδιού μου με όλη τους την ένταση, και συνήθως δεν κουβαλούσα μαζί μου φωτογραφική μηχανή. Αν τότε εκείνη τη μέρα ήξερα το μέλλον, θα τραβούσα μια φωτογραφία της παραλίας του Φοινικούντα. Θα ήταν εκείνη μια φωτογραφία που θα έγραφε ιστορία. Θα ήταν μία εικόνα που θα άφηνε τη μνήμη της παραλίας του Φοικινούντα στην «αιωνιότητα».
...
Απίστευτο, αλλά το βράδυ απόψε θα κοιμηθούμε σε κρεββάτι. Στην Καλαμάτα, στο σπίτι κάποιων συγγενών του Μιχάλη. Νοιώθω άβολα σ΄ αυτό το κρεββάτι. Έχω συνηθίσει πια τον ύπνο πάνω στη γη, έξω στη γη. Αναπαυτικό κρεββάτι ίσον κακό κρεββάτι!
Πέμπτη 18
Στη Μάνη, βρισκόμαστε στον τόπο που γεννήθηκε ο φίλος μου. Μπορώ να διακρίνω τη χαρά του που βρίσκεται στον πρώτο του τόπο και με αυτόν τον τρόπο. Κατεβαίνει από τη σέλλα, προχωρεί με τα πόδια. Σήμερα υπάρχει κάποια κούραση για τον άπειρο φίλο μου, και θα περάσουμε το βράδυ στην Πλάτσα. Ένα χωριό ολοπέτρινο, μικρό, ήσυχο, γραφικό. Υπέροχα ασήμαντο, στοιχειωμένο με λιγοστές ηλικιωμένες ανθρώπινες φιγούρες.
Ο ήλιος δύει κόκκινος πάνω από δυο πέτρινες σκεπές και το υγρό χάος της Μεσόγειος, της πρώτης θάλασσας του κόσμου μας.
Παρασκευή 19
Σήμερα δεν έχουμε καμία σπουδαία ανηφόρα κι αυτό θα βοηθήσει τον Μιχάλη. Στο Γύθειο, τρώμε για μεσημέρι σε ένα συγγενικό του σπίτι. Σε μερικά χωριά και σε άλλα σημεία της περιοχής αυτής, συναντάμε κι άλλους συγγενείς και φίλους. Υπέροχο να συναντάς ανθρώπους ταξιδεύοντας με ποδήλατο: είναι ένα μέσο με το οποίο αξιωματικά θα έλεγε κανείς κερδίζεις τη συμπάθεια των άλλων.
Σάββατο 20
Σήμερα δεν θα κάνουμε πολλά χιλιόμετρα. Πηγαίνουμε στην ωραία Μονεμβασιά. Απολαμβάνουμε ένα μπάνιο σε μια υπέροχη θάλασσα κάτω από το κάστρο της.
Κυριακή 21
Στο Γεράκι, πηγαίνουμε σε έναν παλαιό ναό με παμπάλαιες τοιχογραφίες. Ο Μιχάλης γνωρίζει αρκετά τα μέρη αυτά. Πρόκειται για κάτι μέρη θαρρείς εξωτικά, με διάφορα σημεία ενδιαφέροντος κρυμμένα εδώ κι εκεί, εκεί που δεν θα περίμενες τίποτα. Σημάδια ανθρώπινης παρουσίας σπαρμένα στο πουθενά.
Στην αρχή της ανηφόρας για τον Κοσμά, υπάρχει εκεί μια διασταύρωση. Έχουμε τη διάθεση να περιμένουμε για πολύ, μέχρι να μας πάρει κάποιος για πάνω. Ο λόγος ένας: το λιοπύρι.
Θεέ μου τι ήλιος! Ο φίλος μου γνωρίζω ότι δεν είναι σε θέση να ποδηλατίσει στην ανηφόρα και τον παλιόδρομο κάτω από τις παρούσες συνθήκες. Αλλά ακόμα και εγώ πρέπει να καταβάλω προσπάθεια. Είναι δύσκολο να περιγραφεί αυτό που συμβαίνει εδώ, να περιγραφούν οι καιρικές συνθήκες αυτό το μεσημέρι σ΄ αυτόν τον τόπο. Πολλή ζέστη. Πραγματική δοκιμασία για έναν ποδηλάτη.
Ξεδιπλώνουμε ένα φύλλο αλουμινίου και το κρατάμε πάνω από τα κεφάλια μας. Το πήρα μαζί μου χαριστικά, μιας και είναι κάτι που ποτέ μου μέχρι τώρα δεν έτυχε να χρησιμοποιήσω. Και να που τώρα χρειάστηκε! Βρισκόμαστε σε μια μικρή κόλαση. Μπορείς φυσικά να ζήσεις, αλλά χρειάζεται προσοχή.
Περνούν δυο ποδηλάτες. Γάλλοι είναι, έρχονται από αλλού και πάνε για αλλού. Με ρωτούν αν έχω ακτινολόγο και μού ζητούν να τούς φτιάξω μια ρόδα. Η πισινή ρόδα του ενός είναι θεόστραβη και με σπασμένες ακτίνες, σε κακά χάλια. Τα χάλια τους έχουν γενικώς. Είναι πολύ ταλαίπωροι και βρωμιάρηδες, είναι για λύπηση. Του φτιάχνω την ρόδα όπως-όπως και του λέω ότι μόλις φτάσει στη Σπάρτη πρέπει να πάρει άλλη ρόδα, αν δεν θέλει να μείνει οπουδήποτε. (Νομίζω ότι όσες φορές έχω συναντήσει Γάλλους, τους έχω λυπηθεί.) Για δυο ολόκληρες ώρες δεν περνά κανείς άλλος σχεδόν. Ούτε με αυτοκίνητο δεν ταξιδεύει ο κόσμος με τέτοιες συνθήκες... (Παρένθεση στο χρόνο πάλι: δεν κυκλοφόρησαν ακόμα αυτοκίνητα με αιρ-κοντίσιον.)
Αναγκαζόμαστε να ξεκινήσουμε σιγά-σιγά με τα ποδήλατα στην ανηφόρα για Κοσμά, γιατί κανείς δεν περνά. Σε λίγα χιλιόμετρα όμως ο Μιχάλης πατάει γη, δεν μπορεί άλλο. Το νερό μας έχει τελειώσει, δεν έμεινε στάλα στα παγούρια μας. Ο ιδρώτας τρέχει ποτάμι, καταναλώνει κανείς κιλά νερού κάτω από τέτοιες συνθήκες. Ο προσήλιος τόπος είναι ένας φούρνος. Ένας βοσκός εμφανίζεται ξαφνικά σαν από μηχανής θεός. Και έχει κάτι εξαιρετικά σημαντικό να μάς πει. Μάς φέρνει το καλύτερο ευαγγέλιο καταμεσής στην πύρινη κόλαση: κάπου εκεί μέσα στους θάμνους (τρέχα γύρευε τώρα αν περιμένεις να συνεννοηθείς για τέτοιες λεπτομέρειες) υπάρχει ένα... πηγάδι!
Αφήνω τον Μιχάλη στην άκρη του δρόμου κάτω από το μικρό ίσκιο ενός πουρναριού, παίρνω στα χέρια το πλαστικό δοχείο νερού (αυτό χωρά αρκετό νερό) και βάζω σε ενέργεια τις... ανιχνευτικές μου ικανότητες. Βρίσκω μετά από ώρα επιτέλους το πηγάδι, κρυμμένο μέσα στο θαμνότοπο. Είναι καταμεσής στον χειρότερο ξερότοπο του κόσμου αλλά έχει το ωραιότερο νερό του κόσμου. Καταπληκτικό μυστήριο! Πώς αυτό το νερό είναι τόσο υπέροχο; Ίσως είναι η δίψα που το κάνει τέτοιο. Αλλά δεν είναι μόνο η δίψα, αυτό το δροσερό νερό πραγματικά είναι υπέροχο! Βγάζω από το πηγάδι με τον κουβά και χύνω το νερό πάνω μου ουρλιάζοντας από ευχαρίστηση.
Επιστρέφω θριαμβευτικά με μπόλικο νερό να σώσω και τον Μιχάλη. Τα λαρύγγια μας καταβροχθίζουν ικανές ποσότητες.
Σε κάποια στιγμή περνά ένα αγροτικό και μάς παίρνει για πάνω. Στα γρήγορα πετάμε στην καρότσα τα ποδήλατα, ανεβαίνουμε κι εμείς. Αυτός ο τρελλάρας οδηγεί γρήγορα στον κατσικόδρομο, λες και θέλει να διαλύσει το αυτοκίνητό του. Μαζί με τα ποδήλατα χοροπηδάμε στην καρότσα σαν τρελοί.
Στον Κοσμά, ανασαίνουμε επιτέλους ελεύθερα καθαρό οξυγόνο και πίνουμε καθαρό δροσερό νερό. Ένα επίσης υπέροχο νερό, γιατί πρέπει να καλύψουμε τα ελλείμματα, το υδατικό μας ισοζύγιο.
Για το βράδυ θα αποζημιωθούμε, θα στήσουμε τη σκηνή μας σε ένα το υπέροχο οροπεδιάκι, κάτω από τα έλατα. Τι δροσιά! Υπέροχη βουνίσια δροσιά. Βρισκόμαστε βλέπεις σε υψόμετρο 1200 μέτρα. Το ελατόδασος είναι υπέροχο. Επίσης υπέροχο είναι μετά από την προσπάθεια όλης της μέρας, να μυρίζουμε το φαγητό μας που βράζει στο κατσαρολάκι. Ακόμα κι αν είναι απλές πατάτες... οι συνθήκες είναι που τα κάνουν όλα τόσο όμορφα.
Δευτέρα 22
Μαζεύουμε τα πράγματά μας και βγαίνουμε στην άσφαλτο, στην υπέροχη πρωινή δροσιά και έτοιμοι για την κατάβαση. Καθώς ξεκινάμε, περνά ένα γερμανικό αυτοκίνητο προς τα πάνω και ο οδηγός φωνάζει με αστείο τρόπο «you ΄ve got good brakes, hey?»
Η κατάβαση ως το Λεωνίδι είναι συναρπαστική. Το τοπίο αυτό έχω την ευκαιρία να το απολαύσω αυτή τη φορά κατεβαίνοντας. Τα φρένα μας αποδεικνύονται πραγματικά καλά, όπως και ο γερμανός δικαίως αναρρωτήθηκε. Οι ζάντες καίνε από την τριβή τόσο πολύ, που δεν μπορείς καλά καλά να τις πιάσεις με το χέρι. Χωρίς καλά φρένα εδώ, μάλλον θα είχαμε ένα μεγάλο προβληματάκι.
Η σκηνή μας αυτό το βράδυ στήνεται κοντά στον Άγιο Ανδρέα, μέσα σ΄ έναν ελαιώνα. Μια γυναίκα βγαίνει από μια διπλανή παράγκα με κότες και μάς χαρίζει αυγά. Τι ανθρώπινη κίνηση! Τα βράζουμε καλά πριν τα φάμε.
Τρίτη 23
Μετά από μια επίσκεψη στο γραφικό Ναύπλιο, αργά το μεσημέρι στον σταθμό του Άργους περιμένουμε το τραίνο για την Αθήνα. Οπωσδήποτε δεν ξανακάνουμε το λάθος να περάσουμε από τη ρύπανση των δυτικών προαστίων - αυτά τα λάθη δεν πρέπει, δεν επιτρέπεται να τα κάνει κανείς δυο φορές! Μια φορά την πατήσαμε. Ένα ωραίο ταξίδι δεν πρέπει να τελειώνει ποτέ με τόσο άσχημο τρόπο.
Ένας Δανός, ένα πανύψηλο ξανθό θηρίο μέχρι πάνω, έχει πολύ πλάκα. Για να πηγαίνουμε λέει εμείς με το ποδήλατο, θα τρώμε πολύ βούτυρο, έτσι δεν είναι; Να ένας βόρειος που δεν προσαρμόστηκε στη Μεσόγειο! Φιλαράκο, εδώ κάνεις μεσογειακή διατροφή! Μας παίρνει στην άκρη του σταθμού, γιατί θέλει λέει κάτι να μας δείξει. Μας δείχνει πάνω στις ράγες χαραγμένο στη σιδεροτροχιά έναν αριθμό, ένα έτος κατασκευής: 1874!
Δεν ξέρουμε κατά πόσο θα μάς ενοχλούσε να τελειώσει το ταξίδι μας αυτό σε ένα τραίνο του 1874! Αρκεί να τελειώσει εκεί που πρέπει – δηλ. στο σιδηροδρομικό σταθμό της Αθήνας κι όχι σε κανένα νοσοκομείο ή νεκροταφείο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου